Το Πανοπτικόν του Τζέρεμυ Μπένθαμ, ήταν κατ’ αρχήν μία αρχιτεκτονική μορφή που συμπύκνωνε τις τότε ιδέες για το διαχωρισμό, το σωφρονισμό και τον έλεγχο των μη φυσιολογικών και απείθαρχων κάθε είδους. Αντιγράφοντας απο το Επιτήρηση και τιμωρία του Μ. Φουκώ:
“…Γνωρίζουμε την αρχή στην οποία βασίστηκε: στην περιφέρεια ένα δακτυλιοειδές οικοδόμημα· στο κέντρο, ένας πύργος· ο πύργος αυτός έχει μεγάλα παράθυρα που βλέπουν προς το εσωτερικό του δακτυλίου· το περιφερικό οικοδόμημα διαιρείται σε κελιά, που το καθένα τους διαπερνά ολόκληρο το πάχος του οικοδομήματος· τα κελιά έχουν δύο παράθυρα – το ένα τους βλέπει προς τα μέσα και αντιστοιχεί σ’ ένα απ’ τα παράθυρα του πύργου· το άλλο δείχνει προς τα έξω, και αφήνει το φως να διαπερνά το κελί πέρα για πέρα”.
Το φαινομενικά απλό αυτό σύστημα διασφάλιζε ότι όχι μόνο οι κρατούμενοι μπορούν να είναι ορατοί όλοι μαζί και ο καθένας χώρια, αλλά κι ότι δεν μπορούν να δουν αν κάποιος βρίσκεται στον κεντρικό πύργο:
“Φτάνει έτσι να τοποθετηθεί ένας επιτηρητής στον κεντρικό πύργο και σε κάθε κελί να κλειστεί ένας τρελός, ένας άρρωστος, ένας κατάδικος, ένας εργάτης, ή ένας μαθητής: με την αντιφεγγιά της μέρας μπορείς να διακρίνεις από τον πύργο τους έγκλειστους – μικρές σιλουέτες δέσμιες στα κελιά της περιφέρειας. Το κάθε κλουβί είναι κι ένα μικρό θέατρο, όπου ο ηθοποιός είναι μόνος, τέλεια εξατομικευμένος και μόνιμα ορατός. Το πανοπτικό σύστημα δημιουργεί μονάδες χώρων που επιτρέπουν την αδιάκοπη παρακολούθηση και την άμεση αναγνώριση”. Ο κρατούμενος στο Πανοπτικό είναι πάντα “…αντικείμενο μιας πληροφόρησης αλλά ποτέ υποκείμενο μιας επικοινωνίας”.
Ο έλεγχος και η επιτήρηση των ανθρώπων ήταν πάντα στόχος κάθε μορφής εξουσίας που εδραιώνεται με το φόβο και αναπαράγει τον εαυτό της με την συναίνεση, ή την βία και την καταστολή. Αν κάνουμε μια ιστορική αναδρομή, θα διαπιστώσουμε ότι η παρακολούθηση έχει βαθιές ρίζες και ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της επιβολής. Από τις θεοκρατικές αντιλήψεις με το συμβολισμό του ματιού του Θεού, που τα βλέπει όλα, ακόμα και τις σκέψεις, μέχρι τα σύγχρονα καθεστώτα σε δύση και ανατολή που εξειδίκευσαν και αναβάθμισαν τις εφαρμογές παρακολούθησης, η επιτήρηση και ο έλεγχος είναι το βασικό εργαλείο εκπαίδευσης και πειθάρχησης των πληθυσμών. Η έλευση της τεχνολογικής επανάστασης προσέφερε απίστευτες δυνατότητες και έθεσε νέες βάσεις στην επιστήμη του ελέγχου. Οι τεχνολογίες αυτές πλέκουν συνεχώς ένα δίχτυ επιτήρησης το οποίο πυκνώνει συνεχώς και δεν αφήνει κανένα έδαφος ανεκμετάλλευτο. Ολοένα και λιγότερο γίνετε αντιληπτό ότι τα προσωπικά δεδομένα και η ιδιωτική σφαίρα των ανθρώπων έχουν αλωθεί, με αποτέλεσμα οι στιγμές μας να καταγράφονται και να μετατρέπονται σε ντάντα μέσα στο κυβερνοδιάστημα. Ίσως να μην είναι μακριά ένα δυστοπικό μέλλον, στο οποίο οι κάμερες θα σκανάρουν τα βιομετρικά χαρακτηριστικά μας και ανατρέχοντας σε τράπεζες πληροφοριών, θα μας επιτρέπουν ή θα μας απαγορεύουν την πρόσβαση μέσα στην πόλη, η οποία ολόκληρη θα ελέγχετε από ένα σύγχρονο εξελιγμένο πανοπτικό.
Φωτογράφισα από την οθόνη του υπολογιστή, στιγμές ανθρώπων από όλα τα σημεία του κόσμου, οι οποίες μεταφέρονταν σε πρώτο χρόνο από χιλιάδες κάμερες που ήταν συνδεδεμένες στο ίντερνετ. Πέρα από το σοκαριστικό της υπόθεσης και πέρα από το προφανές, την ανάδειξη δηλαδή του ζητήματος της ίδιας της καταγραφής των ανθρώπων και της διοχέτευσης της εικόνας τους στο διαδίκτυο, πολλές φορές εν αγνοία τους, οι φωτογραφίες αυτές έχουν και μια άλλη πτυχή. Σε αντιστροφή του πλαισίου επιτήρησης από το οποίο αποκόπηκαν, αναδεικνύουν τον άνθρωπο και την ζωή του χωρίς τοπικούς διαχωρισμούς και λεπτεπίλεπτα φτιασιδώματα. Οι φωτογραφίες αυτονομούνται και μας υποτάσσουν στην αναζήτηση των ιστοριών των άγνωστων αυτών ανθρώπων. Τα στιγμιότυπα αυτά, βγαλμένα μέσα από την αυθεντικότητα της καθημερινότητάς τους, ζητούν την ερμηνεία μας και τελικά την ταύτιση μας με τους πρωταγωνιστές τους. Αρκεί να κατανοήσουμε ότι από τις επιμέρους αυτές ιστορίες που αντικρίζουμε, μπορεί να συνθεθεί, κομμάτι-κομμάτι, ένα ευρύτερο οικουμενικό μιας ανθρώπινης κατάστασης που περιλαμβάνει και εμάς τους ίδιους.
Υποσημείωση 1
Αυτή η φωτογραφική σειρά, προσπαθεί να συλλάβει στο ά-τοπο και αχανές διαδίκτυο, τις στιγμές εκείνες που, κατά την άποψη μου, αξίζει να ανασυσταθούν σε ένα καινούργιο σημασιολογικό πλαίσιο. Χωρίζεται σε τρεις αυτοτελείς μελέτες με συγκεκριμένη θεματική η κάθε μία. Αποτελούν, όμως, μέρος μιας ευρύτερης προβληματικής πάνω στο σύγχρονο ψηφιακό κόσμο και την απόδοση αυτού από το φωτογραφικό μέσο. Με κοινό παρανομαστή το ίντερνετ και τη μεταφορά εικόνας σε πραγματικό χρόνο, ανιχνεύεται κατά πόσο μπορεί να δημιουργηθεί φωτογραφική εικόνα διαμέσου της οθόνης του υπολογιστή, όχι όσον αφορά τα μέσα υλοποίησης αυτής, αλλά όσον αφορά την ουσία της φωτογραφικής πρακτικής· την ακινητοποίηση δηλαδή της πεπερασμένης στιγμής και της μετουσίωσής της.
Υποσημείωση 2
Οι φωτογραφίες έχουν παρθεί με φωτογραφική μηχανή από οθόνη υπολογιστή και είναι ζωντανής μετάδοσης.